Η Προωρότητα και οι επιπτώσεις της στην ανάπτυξη του παιδιού

Η πρόωρη γέννηση είναι ένα τραυματικό γεγονός και εξαιρετικά στρεσσογόνο όχι μόνο για το παιδί αλλά και για ολόκληρη την οικογένεια. Οι γονείς διακατέχονται από αισθήματα απογοήτευσης ,αποτυχίας καθώς και αγωνίας σχετικά με την επιβίωση και την υγιή μελλοντική ανάπτυξη του πρόωρου βρέφους τους και συγχρόνως ‘’πενθούν’’ για την εικόνα του επιθυμητού παιδιού που είχαν δημιουργήσει στο μυαλό τους.

ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΩΡΟΤΗΤΑΣ

Πριν από το δέκατο ένατο αιώνα η πρόωρη γέννηση δε θεωρούνταν ιατρικό πρόβλημα και δεν ενδιέφερε κανέναν εκτός από τους γονείς. Ο όρος ‘’πρόωρο βρέφος ‘’δεν εμφανίστηκε πριν το 1872 στην Αγγλία. Η συστηματική παρακολούθηση του βάρους ενός νεογέννητου και η επίδραση του στη μελλοντική εξέλιξη της ανάπτυξης του άρχισε να απασχολεί τους επιστήμονες από τα μέσα του δέκατου ενάτου αιώνα. Ο όρος προωρότητα χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει τα βρέφη που γεννιούνται ελλειποβαρή.

Το κριτήριο του βάρους ενός νεογέννητου κάτω από 2.500 γραμμάρια σαν ένδειξη προωρότητας χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1869 από τον Μiller. Ο Wewman (1906) προσπάθησε να οριοθετήσει πιο συγκεκριμένα την έννοια της προωρότητας και περιέλαβε βρέφη που είχαν γεννηθεί μετά την εικοστή έκτη βδομάδα κύησης και πριν την τριακοστή έκτη καθώς και βρέφη που ζύγιζαν κατά τη γέννηση κάτω από 2.500 γραμμάρια. Ο ορισμός της προωρότητας με μοναδικό κριτήριο το βάρος του νεογέννητου δε θεωρείται επιστημονικά επαρκής στη σημερινή εποχή. Βρέφη που γεννιούνται κανονικά πχ την τεσσαρακοστή εβδομάδα και ζυγίζουν λιγότερο από 2.500 γραμμάρια θεωρούνται μειωμένου βάρους σε σχέση με τη διάρκεια της κύησης.

Συνεπώς τα βρέφη με χαμηλό βάρος μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε πρόωρα ανάλογα με τη διάρκεια κύησης και σε χαμηλού βάρους εφόσον έχουν συμπληρώσει το προβλεπόμενο επιστημονικό χρόνο κύησης (38-40 εβδομάδες).Το 1984 το World Health Assembly σύστησε πως τα βρέφη τα οποία γεννιούνται με βάρος κάτω των 2500 γραμμαρίων, είτε η ηλικία γέννησης είναι κάτω των 37 εβδομάδων θα πρέπει να θεωρούνται ως πρόωρα. Το ποσοστό των πρόωρων βρεφών έχει αυξηθεί τα τελευταία 20 χρόνια, εν μέρει λόγω αυξημένης χρήσης των νέων μορφών αναπαραγωγής οι οποίες έχουν αυξήσει με τη σειρά τους τα ποσοστά πολλαπλών εγκυμοσυνών.

Η ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΥΠΑΘΕΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΩΡΩΝ ΒΡΕΦΩΝ

Γενικά όσο πιο μικρή είναι η βδομάδα γέννησης τόσο πιο μεγάλος είναι ο κίνδυνος βιολογικών προβλημάτων. Τα πρόωρα βρέφη βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο να παρουσιάσουν γνωστικά και ακουστικά προβλήματα, προβλήματα όρασης ,καθυστέρηση στην ανάπτυξη και προβλήματα στη συμπεριφορά. Στους κινδύνους που σχετίζονται με την πρόωρη γέννηση συμπεριλαμβάνονται ο χαμηλός δείκτης ΙQ, οι γλωσσικές και μαθησιακές δυσκολίες, τα προβλήματα κινητικού συντονισμού ,η καθυστερημένη ανάπτυξη της συμπεριφοράς και της αντιληπτικής προσοχής ,η δυσκολία συγκέντρωσης καθώς και οι διαταραχές στη πρόσληψη της τροφής που μπορεί να οδηγήσουν σε πρόωρο υποσιτισμό.

Οι γονείς των   πρόωρων βρεφών συχνά ανησυχούν για το αν θα παρουσιάσει το παιδί τους οδοντικά προβλήματα εξαιτίας της προωρότητας του. Έρευνες έχουν δείξει πως τα πρόωρα βρέφη έχουν όντως αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν οδοντικά προβλήματα. Όσο πιο πολλά είναι τα προβλήματα υγείας που παρουσιάζονται λόγω της προωρότητας τόσο πιο πιθανόν είναι να παρουσιάσει το μωρό οδοντικά προβλήματα. Τα πρόωρα βρέφη είναι συνηθισμένο να καθυστερούν να βγάλουν δόντια επειδή είτε είναι πολύ μικρά είτε πολύ άρρωστα.

Τέλος κάποιοι γονείς αναρωτιούνται μήπως η προωρότητα φταίει που κάποιο δόντι λείπει από το παιδί τους ενώ τα άλλα έχουν εμφανιστεί. Ωστόσο έρευνες δεν έχουν αποδείξει κάτι τέτοιο. Είναι φυσιολογικό λοιπόν οι γονείς ακόμα και αν βλέπουν το παιδί τους να πηγαίνει καλά να αναρωτιούνται για τις επιδράσεις της προωρότητας και των φαρμακευτικών επιπλοκών στο μέλλον του παιδιού τους.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΠΡΟΩΡΩΝ ΒΡΕΦ ΩΝ

Τα πρόωρα βρέφη με χαμηλό βάρος γέννησης η με προβλήματα υγείας παρουσιάζουν προβλήματα στη προσαρμογή ,στη ρυθμιστικότητα, την ενεργητικότητα, την προσοχή και την επιμονή σε σχέση με τα τελειόμηνα βρέφη. Επίσης έχει παρατηρηθεί ότι τα πρόωρα βρέφη παρουσιάζουν μια πληθώρα συναισθηματικών και συμπεριφορικών προβλημάτων όπως άγχος, έντονη θλίψη και απόσυρση ,κοινωνικά προβλήματα, φτωχές αντιληπτικές δεξιότητες και ιδιαιτέρως διαταραχές ελλειμματικής προσοχής .Το 25% έως 60% των πρόωρων βρεφών μπορεί να έχει δυσκολίες στο σχολείο ,οι οποίες οδηγούν στη βαθμιαία επανάληψη και στη παροχή εκπαιδευτικής στήριξης.

Οι περισσότερες έρευνες θεωρούν πως οι συνέπειες της προωρότητας οφείλονται στην αλληλεπίδραση ανάμεσα στην νευρολογική ανωριμότητα και τα προβλήματα μεταξύ γονέα και παιδιού, τα οποία με τη σειρά τους επηρεάζουν την ανάπτυξη των κοινωνικών και γνωστικών δεξιοτήτων του παιδιού. Η αρχική νοσηλεία, οι συχνές επισκέψεις στο γιατρό η ακόμα και η επανοσηλεία του πρόωρου βρέφους συχνά οδηγεί σε παρατεταμένο αποχωρισμό από τους γονείς ,ο οποίος οδηγεί με τη σειρά του στην αύξηση του ‘άγχους και σε προβλήματα στην επαφή γονέα και παιδιού.

Οι επιπτώσεις των δυσμενών περιβαλλοντικών συνθηκών ,όπως η φτώχεια, η μητρική κατάθλιψη και τα οικογενειακά προβλήματα ,μπορεί να είναι μεγαλύτερες σε παιδία που γεννήθηκαν πρόωρα. Από την άλλη, όταν η μητέρα ανταποκρίνεται στα σήματα του παιδιού, τα πρόωρα βρέφη τα καταφέρνουν καλύτερα στις κοινωνικές και γνωστικές δεξιότητες στην πρώιμη παιδική ηλικία.

ΠΡΟΛΗΨΗ

Σαν πρώτο βήμα είναι απαραίτητο να αναγνωριστούν οι μητέρες που βρίσκονται σε κίνδυνο. Παρόλα αυτά η αναγνώριση δεν σημαίνει από μόνη της και την αποτροπή μιας πρόωρης γέννησης .Οι έγκυες γυναίκες πρέπει να μάθουν να κατανοούν τους κινδύνους που διατρέχουν και να αναγνωρίζουν τα πρόωρα ύποπτα σημάδια ή συμπτώματα που σχετίζονται με την πρόωρη γέννηση καθώς και να τροποποιούν τους υπαγόμενους επικίνδυνους παράγοντες (πχ στρες, προσπάθειες δραστηριότητες).

Επίσης, όποτε είναι δυνατόν τα πρόωρα βρέφη και οι μητέρες τους πρέπει να νοσηλεύονται σε νοσοκομεία τα οποία είναι κατάλληλα εξειδικευμένα τόσο για τις μητέρες όσο και για τα βρέφη έτσι ώστε να διασφαλίζεται η υψηλής ποιότητα υγειονομική φροντίδα που προλαμβάνει τον κίνδυνο για επιπλοκές.

Η συνεχής προσοχή είναι απαραίτητη για την φυσιολογική ψυχολογική και φυσική εξέλιξη της μητέρας και του βρέφους. Τέλος η συνεχής προσοχή είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση της σωστής υποστήριξης της οικογένειας και κατά τη διάρκεια αλλά και μετά την παραμονή του βρέφους στο νοσοκομείο.

Επιπλέον, η ποιότητα της μητρικής φροντίδας προς το βρέφος μπορεί να μην είναι η αναμενόμενη λόγω της συνεχούς πίεσης την οποία υφίσταται η μητέρα αλλά και ολόκληρη η οικογένεια. Η συνεχής αγωνία των γονέων να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες καθημερινές ανάγκες του παιδιού τους σε συνδυασμό και με τον αυξημένο οικογενειακό προϋπολογισμό μπορεί να οδηγήσει σε διαταραχή της οικογενειακής ισορροπίας. Ωστόσο, με την εξέλιξη της τεχνολογίας και της φαρμακευτικής περίθαλψης, η επιβίωση του πρόωρου βρέφους έχει αυξηθεί σημαντικά. Το κλειδί για την θεραπεία της προωρότητας είναι η πρόληψη.

Επιβατιανού Αντιγόνη
Συμβουλευτική ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια
MSc in Counselling Studies, University of Edinburgh
Email ꞉ info@ antigoniepivatianou.gr
http꞉ // www. antigoniepivatianou.gr

Scroll to Top